Αρνό, Ντανιέλ

Αρνό, Ντανιέλ
(DanielArnaut, περ. 1160 – 1210). Προβηγκιανός τροβαδούρος. Σημάδεψε με το έργο του την εξέλιξη της λυρικής γαλλικής ποίησης. Σύμφωνα με την ανώνυμη προβηγκιανή Βίντα του 13ου αι., ο Α. ήταν ευγενής, γεννημένος στον πύργο του Ριμπεράκ, της περιοχής του Περιγκέ. Ποιητής με βαθιά καλλιέργεια, φαίνεται πως σε κάποια περίοδο της ζωής του έγινε τροβαδούρος και είναι γνωστά πολλά ταξίδια του (το 1180 πήγε στη Γαλλία για να παρευρεθεί στη στέψη του Φιλίππου B’ Αυγούστου). Ανάμεσα στις γυναίκες που αγάπησε και τραγούδησε, μια Αραγoνέζα, η Λάουρα, φαίνεται ότι του ενέπνευσε το λογοπαίγνιο Λάουρα άουρα που αργότερα το επανέλαβε ο Πετράρχης. Από τα 18 μεγάλα ποιήματα που σώζονται με το όνομά του, τα 11 αποδίδονται ομόφωνα σε αυτόν, 4 του τα αναγνωρίζουν οι περισσότεροι και για τα 3 υπάρχουν διαφωνίες. Ο Α., τον οποίο επαίνεσε ο Δάντης (Καθαρτήριο XXVI) και o Πετράρχης αλλά τον κατηγόρησαν για ερμητισμό οι ρομαντικοί, είναι δεξιοτέχνης της ρίμας (σε αυτόν οφείλεται, μεταξύ άλλων και η εισαγωγή του εξάστιχου) και στην τολμηρότητα της πολιτικής εικόνας είναι o σημαντικότερος εκπρόσωπος του trobar clus (εξεζητημένα δυσκολονόητη ποίηση).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • τροβαδούρος — (traubadour). Ποιητής του Μεσαίωνα, που συνέθετε τα ποιήματά του στη λεγόμενη γλώσσα του οκ (oc) ή προβηγκιανή γλώσσα της νότιας Γαλλίας. Ο αντίστοιχος όρος στη γλώσσα του όιλ (οïl) που ήταν η γλώσσα της βόρειας Γαλλίας, ήταν: trouvère. Με τους… …   Dictionary of Greek

  • Έλιοτ, ΤΣ (Τόμας Στερνς) — (Thomas Stearns Eliot, Σεν Λούις, Μιζούρι 1888 – Λονδίνο 1965). Αμερικανός ποιητής, που αργότερα πήρε την αγγλική υπηκοότητα. Σπούδασε στο Χάρβαρντ και στη συνέχεια στο Παρίσι και στην Οξφόρδη, όπου ανακάλυψε και μελέτησε την ποίηση των Γάλλων… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”